Friday, September 25, 2009

Αγορές προσοχή!... Έρχεται o νέος, "παραλλαγμένος" Tobin Tax


Αγορές προσοχή!... Έρχεται o νέος, "παραλλαγμένος" Tobin Tax


Οι επικείμενες εκλογές στην Ελλάδα και –όσο και αν φαίνεται παράδοξο– η Σύνοδος του G-20 στο μακρινό Πίτσμπουργκ της Πενσυλβάνια έχουν φέρει στο προσκήνιο με ένα πρωτότυπο αλλά και «βαλκανικό» τρόπο την προοπτική σημαντικών αλλαγών στην φορολογία κεφαλαίου στις χρηματιστηριακές και όχι μόνο συναλλαγές.

Το θέμα έχει ταράξει τα νερά στη χρηματιστηριακή αγορά αλλά και συνολικά στο τραπεζικό σύστημα.

Το κεντρικό σημείο των αλλαγών που έχουν πέσει στο τραπέζι είναι το πώς θα περιορισθούν δραστικά -λόγω της κρίσης- μέσω της θεσμοθέτησης νέων φόρων ή αύξησης των ήδη υπαρχόντων, οι δυνατότητες κερδοσκοπικών βραχυπρόθεσμων συναλλαγών και «βίαιων» μετακινήσεων κεφαλαίου, που αποσταθεροποιούν τις αγορές.

Η αφορμή δόθηκε από την επανεμφάνιση της πρότασης για την εισαγωγή μιας παραλλαγής του Tobin Tax ενόψει της Συνόδου Κορυφής του G-20 στο Πίτσμπουργκ.

Στην Ελλάδα το θέμα μπήκε από άλλο... παράθυρο, το επανέφεραν οι προεκλογικές εξαγγελίες των κομμάτων για την φορολογία μερισμάτων και υπεραξίας χρηματιστηριακών συναλλαγών, αλλά και στις δύο περιπτώσεις, ο στόχος εμφανίζεται να είναι περίπου ο ίδιος, ο δραστικός περιορισμός της ανεξέλεγκτης λειτουργίας των αγορών.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με την σειρά τους.

Λίγες ημέρες πριν από το G-20 ο Ν. Σαρκοζί εμφανίσθηκε να υποστηρίζει την υιοθέτηση μιας παραλλαγής του Tobin Tax, δηλαδή ένα είδος διεθνούς φόρου που θα πρέπει να εφαρμοσθεί σε όλες τις διεθνείς χρηματοοικονομικές συναλλαγές.

Στόχος ο δραστικός περιορισμός της βραχυπρόθεσμης κερδοσκοπίας στις αγορές κεφαλαίου και η σταθεροποίησή τους μακροπρόθεσμα.

Η αρχική ιδέα αυτού που ονομάστηκε Tobin Tax διατυπώθηκε από τον νομπελίστα Τζέϊμς Τόμπιν στην δεκαετία του ΄70 -μετά την κατάρρευση του Μπρέτον Γούντς- σαν ένα μέτρο που θα μπορούσε να περιορίσει την κερδοσκοπία εις βάρος των «μικρότερων» νομισμάτων εμποδίζοντας τις βραχυπρόθεσμες μετακινήσεις κεφαλαίων από νόμισμα σε νόμισμα.

Τον κ. Σαρκοζί ακολούθησε ο Επίτροπος Αλμούνια με μία περισσότερο διπλωματική δήλωση λέγοντας ότι αυτό «Είναι μια ιδέα που φαίνεται εξαιρετική, αλλά κανείς δεν ξέρει ακόμα πως μπορεί να εφαρμοσθεί. Για να γίνει πρακτική πρέπει να σκεφτούμε πως θα μπορούσε να λειτουργήσει...».

Ακόμα και η Γερμανίδα καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ εμφανίσθηκε θετική στην ιδέα στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. όπου η ιδέα έπεσε στο τραπέζι αλλά διαπιστώθηκε ασυμφωνία.

Εκείνο που «τρόμαξε» όμως τις αγορές ήταν η εμφάνιση υποστηρικτών στο City του Λονδίνου και συγκεκριμένα από τον ισχυρότερο πρόεδρο του βρετανικού FSA (αρχής ανάλογης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, που έχει αρμοδιότητα και στην εποπτεία των τραπεζών) τον Λόρδο Άνταιρ Τάρνερ.

Ο πρόεδρος του FSA με δηλώσεις του -που δεν υιοθέτησε κανείς άλλος στο City- υποστήριξε την ανάγκη να θεσμοθετηθεί ο Tobin Tax σαν «εργαλείο» δραστικού περιορισμού των κερδοσκοπικών (βραχυπρόθεσμων) συναλλαγών στις αγορές κεφαλαίου και της ανεξέλεγκτης υπερτροφίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Στην Ελλάδα το θέμα έχει τεθεί σε εντελώς άλλο επίπεδο αλλά και πάλι το ενδιαφέρον στρέφεται στο πως θα περιορισθούν οι δυνατότητες βραχυπρόθεσμης κερδοσκοπικής δραστηριότητας στη χρηματιστηριακή αγορά, με το αζημίωτο βέβαια της αύξησης των φορολογικών εσόδων.

Συγκεκριμένα έχει πάρει «φωτιά» και πάλι προεκλογικά η συζήτηση για την φορολόγηση της «υπεραξίας» των χρηματιστηριακών συναλλαγών σε επίπεδα υψηλότερα εκείνων που ήδη γίνεται σήμερα. Όπως είναι γνωστό ο νόμος που προβλέπει την φορολογία της δημιουργίας υπεραξιών από τις χρηματιστηριακές συναλλαγές μπαίνει σε ισχύ από 1/1/2010 και προβλέπει την αυτοτελή φορολόγηση με 10%, όσο δηλαδή προβλέπει και η φορολογία μερισμάτων.

Στην πραγματικότητα η φορολογία στην «υπεραξία» από 1/1/2010 θα είναι 25% + 10% όπως και αυτή των μερισμάτων, αφού αυτά ήδη φορολογούνται στο επίπεδο της επιχείρησης με 25%. Η νέα πρόταση που έχει πέσει στο τραπέζι είναι να καταργηθεί η αυτοτελής φορολογία των μερισμάτων και της υπεραξίας και να ενταχθεί αυτή στον συντελεστή φορολογίας εισοδήματος του φορολογούμενου. Αυτό θα μεταβάλει το ύψος της φορολόγησης των δύο μεγεθών σε συνάρτηση με τον μεγαλύτερο ή μικρότερο φορολογικό συντελεστή στον οποίο εντάσσεται το εισόδημα του φορολογούμενου.

Όπως σημειώνουν πάντως στελέχη της χρηματιστηριακής αγοράς η φορολογία επί των μερισμάτων και των κεφαλαιακών κερδών («υπεραξίας χρηματιστηριακών συναλλαγών») είναι μια φορολογική πολιτική η οποία εφαρμόζεται εδώ και πολλά χρόνια στις ανεπτυγμένες αγορές. Ενδεικτικά μπορούμε να αναφέρουμε ότι η φορολογία στα μερίσματα στην Αγγλία είναι στο 10% μέχρι 37.400 λίρες και 32,5% για ποσά πάνω από αυτό.

Στην Αμερική είναι 30%, ωστόσο το σύστημα είναι διαφορετικό υπό την έννοια ότι οι επενδύσεις διαχωρίζονται σε βραχυχρόνιες (ενός έτους) και μακροχρόνιες (περισσότερο από ένα έτος) και μεταξύ άλλων φορολογούνται διαφορετικά (οι μακροχρόνιες με χαμηλότερο συντελεστή). Βάσει αυτού του διαχωρισμού μάλιστα, το IRS ορίζει το καθαρό κεφαλαιακό κέρδος ως το ποσό των κερδών του μακροχρόνια επενδεδυμένου κεφαλαίου που υπερβαίνει τις βραχυχρόνιες απώλειες κεφαλαίου.

Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, το συγκεκριμένο θέμα έχει αποκτήσει μεγαλύτερες διαστάσεις μιας και οι δραστήριοι στις διεθνείς αγορές αυξάνονται γεωμετρικά κυρίως λόγω του διαδικτύου και μπορούν έτσι να διαφεύγουν της φορολογίας μεταπηδώντας διασυνοριακά από αγορά σε αγορά. Η αλήθεια είναι ότι η παγκόσμια οικονομική κρίση έφερε το θέμα της φορολόγησης των εισοδημάτων κεφαλαίου στην επικαιρότητα περισσότερο από ποτέ. Οι όποιες συζητήσεις για αύξηση των συντελεστών τρομάζουν τους επενδυτές και σίγουρα οποιαδήποτε ενέργεια προς αυτήν την κατεύθυνση θα προκαλέσει μεγάλους τριγμούς στις αγορές.

Η «αγορά» πάντως φαίνεται σαν να έχει ήδη αρχίσει να ετοιμάζεται για την νέα εποχή δημιουργώντας «παραθυράκια» διαφυγής. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι για παράδειγμα το «spread betting» (ένα είδος παραγώγων) με το οποίο ο επενδυτής π.χ. στην Αθήνα συνάπτει απλά μία σύμβαση με την μεσολαβούσα εταιρεία (στο Λονδίνο), με την οποία αποφασίζει να «ποντάρει» στις αγορές, χωρίς να έχει στην κατοχή του κάποιο τίτλο και χωρίς να λαμβάνει χώρα οποιαδήποτε «φυσική» χρηματιστηριακή συναλλαγή.

Η μοναδική φορολογική επιβάρυνση αφορά την ίδια την εταιρεία, επί των κερδών της, η οποία μάλιστα έχει ενσωματώσει την επιβάρυνση αυτή στα spreads που προσφέρει στους πελάτες της.

Πρόκειται στην ουσία για εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές (OTC) σε παράγωγα προϊόντα, για την πραγματοποίηση των οποίων ο επενδυτής που «ποντάρει» στις μεταβολές των χρηματιστηριακών τιμών δε χρειάζεται να διατηρεί στην κατοχή του κάποιο τίτλο ή συμβόλαιο (όπως π.χ. συμβαίνει με τα CFDs - Contracts For Difference) επί της απόδοσης του οποίου θα μπορούσε να φορολογηθεί από τις αρχές.Το εύρος των διαθέσιμων επενδυτικών επιλογών είναι μεγάλο και αφορά μετοχές, χρηματιστηριακούς δείκτες, κλαδικούς δείκτες, συνάλλαγμα, εμπορεύματα κ.ά., και μάλιστα σε πολλές αγορές του κόσμου ταυτόχρονα, από την άλλη πλευρά όμως πρόκειται για προϊόντα υψηλής μόχλευσης που ενέχουν αυξημένο ρίσκο.

capital.gr

No comments:

Share |