Tuesday, June 3, 2008

Στα 2,3 δισ. ευρώ η επίπτωση της κρίσης στην ελληνική οικονομία!

Στα 2,3 δισ. ευρώ η επίπτωση της κρίσης στην ελληνική οικονομία!

Η μεγαλύτερη κρίση των τελευταίων 75 ετών, μετά τη Μεγάλη Ύφεση του μεσοπολέμου, της περιόδου 1929-1933, είναι η σημερινή κρίση σύμφωνα με τον κ. Χαρδούβελη, στην ημερίδα που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη, από τη Γενική Διεύθυνση του Private Banking της Eurobank σε συνεργασία με τον Σύλλογο Αποφοίτων του Αμερικανικού Κολλεγίου, τη Δευτέρα, 2/6. Ο κος Χαρδούβελης ανέλυσε τις αιτίες δημιουργίας και εξάπλωσης της κρίσης, καθώς και στις συνέπειές της.
Η κρίση ξέσπασε λόγω της ταυτόχρονης συνύπαρξης τριών παραγόντων: (1) φούσκα στις τιμές των ακινήτων σε πολλές περιοχές των ΗΠΑ την περίοδο 2003-2006, η οποία έχει σπάσει, (2) ραγδαία εξάπλωση στεγαστικών δανείων υψηλού κινδύνου (subprime), (3) μεταφορά του ρίσκου από τους ισολογισμούς των τραπεζών στο κοινό και τους επενδυτές μέσω τιτλοποιήσεων.

Μετά την πτώση της των τιμών των κατοικιών και τη δυσκολία των νοικοκυριών να πληρώσουν τις μηνιαίες δόσεις τους, η κρίση επεκτάθηκε σε όλη την παγκόσμια χρηματοοικονομική αγορά.

Η αδιαφάνεια σχετικά με το ποια τράπεζα κατείχε τέτοιους τίτλους δημιούργησε κλίμα έλλειψης εμπιστοσύνης, αποφυγής δανεισμού στη διατραπεζική αγορά, αποφυγής δανεισμού στις αναπτυσσόμενες οικονομίες με μακροοικονομικά προβλήματα, αυξήσεις επιτοκίων δανεισμού, κλήσεις καταβολής επιπλέον ενέχυρου σε ανοικτό δανεισμό (margin calls), εσπευσμένες πωλήσεις και πτώσεις των τιμών των περιουσιακών στοιχείων, μειώσεις στις βαθμολογίες πιστοληπτικής ικανότητας από τους αξιολογικούς οίκους, χρεοκοπίες, και σημαντικές απομειώσεις περιουσιακών στοιχείων στα χαρτοφυλάκια και τους ισολογισμούς των χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων.

Η κρίση έφερε και την άμεση αντίδραση των κεντρικών τραπεζών, η οποία υπήρξε διαφορετική ανά χώρα ή περιοχή. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) μείωσε τα επιτόκια από το 5,25% τον Ιούλιο του 2007 στο 2,0% τον Μάϊο του 2008, προσπαθώντας να δώσει ώθηση στην οικονομία και να αποφύγει την κατάρρευση του χρηματοοικονομικού συστήματος, ενώ αντίθετα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), συνεχίζει να δίνει έμφαση στη συγκράτηση του πληθωρισμού - σύμφωνα και με το καταστατικό της - και διατηρεί το βασικό επιτόκιο παρέμβασης σταθερό στο 4%. Οι περισσότερες κεντρικές τράπεζες επενέβησαν, επίσης, και με άλλους καινοτόμους τρόπους, παρέχοντας ρευστότητα και διευκολύνσεις.

Στη διατραπεζική αγορά, έως και το τέλος Μαϊου 2008, τα σημάδια της κρίσης παραμένουν, αφού τα περιθώρια διατραπεζικού δανεισμού παραμένουν υψηλά σε σχέση με τον αντίστοιχο κρατικό δανεισμό. Στις αγορές ομολόγων των αναδυόμενων οικονομιών, τα περιθώρια δανεισμού επίσης παραμένουν υψηλά.

Πτώση παρατηρείται όχι μόνο στα διεθνή χρηματιστήρια, αλλά και στις τιμές των ακινήτων σε χώρες όπως η Ιρλανδία, η Ισπανία και η Μεγάλη Βρετανία.

Τα κανάλια επίδρασης της κρίσης στην ελληνική οικονομία είναι πολλά:

Πρώτον, τα επιτόκια δανεισμού του κράτους, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών θα αυξηθούν. Το κράτος αναμένεται να πληρώσει 800 εκατ. επιπλέον σε τόκους φέτος, ενώ επιχειρήσεις και νοικοκυριά θα πληρώνουν στα νέα δάνεια από μισή έως μία ποσοστιαία μονάδα τόκο επιπλέον, που μαζί με τις αναπροσαρμογές στα υφιστάμενα δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, μεταφράζεται σε περίπου επιπλέον συνολικό ποσό τόκων 1,5 δις.

Συνολικά, η απώλεια 2,3 δις ισοδυναμεί με περίπου 1% του ΑΕΠ και συνεπάγεται μια αντίστοιχη μείωση στην κατανάλωση, τις επενδύσεις ή τις κοινωνικές δαπάνες.Δεύτερον, η πτώση της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας και ιδιαίτερα η επίπτωση στην Ευρωζώνη και τη Νοτιο-Ανατολική Ευρώπη μειώνουν τη ζήτηση για τα αγαθά που εξάγουμε και περιορίζουν το τουριστικό συνάλλαγμα. Επιπλέον, ο σημερινός βαθμός εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας από την Ανατολική Ευρώπη είναι μεγάλος.

Τέλος, η πτώση των τιμών των κατοικιών σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες που φαίνεται να ακολουθεί την πτώση στις ΗΠΑ, αναμένεται να μειώσει τη ζήτηση εξοχικής κατοικίας στην Ελλάδα από τους ξένους, γεγονός που πιθανόν να επιδράσει αρνητικά και στο χώρο της οικοδομής στην επαρχία και γενικότερα, στη αίσθηση του πλούτου του ελληνικού νοικοκυριού, με αποτέλεσμα τη μείωση στην κατανάλωση.


Πληθωρισμός

Οι διεθνείς πληθωριστικές πιέσεις στο πρώτο εξάμηνο του 2008 είναι έντονες, ιδίως στις αναδυόμενες οικονομίες, με κύριες πηγές την άνοδο της τιμής του πετρελαίου, των πρώτων υλών και των τροφίμων. Οι αποπληθωρισμένες τιμές του πετρελαίου ξεπερνούν ακόμα και τα ιστορικά υψηλά της εποχής του πολέμου Ιράν – Ιράκ. Δυστυχώς, τα επίπεδα των τιμών αναμένεται να παραμείνουν υψηλά, καθώς η αύξηση στη ζήτηση προέρχεται κυρίως από τις αναδυόμενες οικονομίες.Οι αναδυόμενες οικονομίες δεν αναμένεται να επηρεαστούν τόσο πολύ από την αναμενόμενη πτώση της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας.Επιπλέον, σε επίπεδο προσφοράς, παραμένουν σημαντικά προβλήματα – πολιτικά και τεχνικοοικονομικά – στη διαδικασία διύλισης και παραγωγής. Όσον αφορά τα τρόφιμα, οι τιμές αυξήθηκαν, αν και λιγότερο από αυτές του πετρελαίου και των μετάλλων καθώς τα αποθέματα συρρικνώνονται και η αύξηση των εισοδημάτων στις αναπτυσσόμενες χώρες οδηγεί σε εμπλουτισμό διατροφικών συνηθειών με κρέας.Η παραγωγή κρέατος συνεπάγεται μεγάλη ζήτηση για δημητριακά.Καθοριστική είναι και η αύξηση της ζήτησης αγροτικών προϊόντων για την παραγωγή βιοκαυσίμων, η οποία συνέβαλε στο 40% της αύξησης της ζήτησης το 2007 και αναμένεται να συνεχίζει να πιέζει προς τα πάνω τις τιμές των αγροτικών προϊόντων και την επόμενη διετία.

Στην Ελλάδα ο πληθωρισμός παραμένει σταθερά υψηλότερος της Ευρωζώνης, καθώς η ενεργειακή ένταση της ελληνικής οικονομίας είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή της Ευρωζώνης, καθιστώντας μας πιο ευάλωτους. Η σημαντική αύξηση της μέσης τιμής του πετρελαίου το 2008 συνεπάγεται αύξηση του πληθωρισμού κατά 1,2 ποσοστιαίες μονάδες περίπου, δηλαδή από 2,9% το 2007 στο 4,1% το 2008. Επιπλέον, οι προηγούμενες αυξήσεις στις τιμές των εμπορευμάτων και των πρώτων υλών οδηγούν σε περαιτέρω άνοδο των τιμών, κυρίως μέσω των εισαγόμενων προϊόντων.

Οι ανισορροπίες και το μέλλον

Οι μακροχρόνιες ανισορροπίες της ελληνικής οικονομίας είναι ένα μεγαλύτερο και βαθύτερο πρόβλημα, που θα το κουβαλάμε και μετά το τέλος της διεθνούς κρίσης και το οποίο αρχίζει να προβληματίζει. Οι μακροχρόνιες ανισορροπίες, που πρέπει να έχουν προτεραιότητα στην οικονομική πολιτική είναι κυρίως το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας και η γήρανση του πληθυσμού. Το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών, την αγορά εργασίας και το δημόσιο τομέα, εμφανίζεται πλέον και σε μακροοικονομικό επίπεδο ως ένα διευρυνόμενο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών: 14,1% του ΑΕΠ το 2007, από περίπου 4% πριν την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ. Η Ελλάδα στη σχετική κατάταξη της Παγκόσμιας Τράπεζας είναι 100η σε σύνολο 178 χωρών στην ευκολία άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας το 2007. Το πρότυπο ανάπτυξης της Ελλάδος την τελευταία δεκαπενταετία βασίστηκε στη διαρκή αύξηση της ζήτησης, μέσω της κατανάλωσης και των αναγκαίων επενδύσεων. Σήμερα ζούμε την εποχή της υπέρ-κατανάλωσης και υπό-παραγωγής. Δεύτερη σημαντική ανισορροπία κατά τον κ. Χαρδούβελη, είναι η γήρανση του πληθυσμού, που θα εντείνει τις δημοσιονομικές πιέσεις στο μέλλον, καθώς θα αυξηθούν δραματικά οι δαπάνες Υγείας και Συντάξεων.

Ο κ. Χαρδούβελης σημειώνει ότι οι ανισορροπίες δεν τιμωρούνται πλέον από την αγορά. Η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη έχει αφαιρέσει έναν αυτόματο μηχανισμό διόρθωσης ορισμένων ανισορροπιών. Ο μηχανισμός αυτός είναι η διακύμανση των μεταβλητών στις χρηματοοικονομικές αγορές, όπως τα επιτόκια και η συναλλαγματική ισοτιμία. Έτσι δεν υπάρχει αυτόματος μηχανισμός αφύπνισης των οικονομικών παραγόντων και της πολιτικής ηγεσίας. Σήμερα η υπέρ-κατανάλωση συνεχίζεται ανενόχλητα διότι φαίνεται να μην επιφέρει κάποιο κόστος στο νοικοκυριό ή στον πολιτικό ηγέτη, δίνοντας την ψευδαίσθηση της ευδαιμονίας και ανόδου του βιοτικού επιπέδου. Όμως, η υπέρ-κατανάλωση αυτή χρηματοδοτείται από τον μεγαλύτερο δανεισμό της χώρας και από τη σταδιακή εξαγορά των ελληνικών επιχειρήσεων και των ελληνικών ακινήτων από μη-κατοίκους. Ως αποτέλεσμα, στο μέλλον το βιοτικό επίπεδο αναμένεται να επηρεαστεί αρνητικά, αφού το εισόδημα των κατοίκων της Ελλάδας θα προέρχεται κυρίως από την εργασία και όχι τόσο από την κατοχή κεφαλαίου.

Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι μια πολιτική – μονόδρομος, ασχέτως πολιτικής ιδεολογίας. Η σωστή στρατηγική μεταρρυθμίσεων είναι να ξεκινήσουν εκεί που παρουσιάζονται οι μεγαλύτερες ανισορροπίες και εκεί που μπορούν να πραγματοποιηθούν με μεγαλύτερη ευκολία, με τη μικρότερη αντίσταση από ομάδες συμφερόντων. Οι επενδύσεις στην Παιδεία, η οποία υποβαθμίζεται συνεχώς, πρέπει να αποτελέσουν προτεραιότητα.

REPORTER.GR

No comments:

Share |