ΕΚΤ: Θα παραμείνει αδύναμη η οικονομία έως τα τέλη του έτους
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εκτιμά πως η οικονομία της Ευρωζώνης θα παραμείνει αδύναμη έως τα τέλη του τρέχοντος έτους, όπως προκύπτει από το μηνιαίο δελτίο του Αυγούστου της Κεντρικής Τράπεζας με αντικείμενο τις αποφάσεις νομισματικής πολιτικής.
Κατά την άποψη του Διοικητικού Συμβουλίου της τράπεζας, η αβεβαιότητα παραμένει υψηλή και είναι πολύ πιθανό τα εισερχόμενα στοιχεία να παρουσιάζουν συνεχή μεταβλητότητα. Συνολικά, οι κίνδυνοι που περιβάλλουν αυτές τις προοπτικές παραμένουν ισορροπημένοι. Αφενός, είναι πιθανό να υπάρξουν εντονότερες από τις αναμενόμενες επιδράσεις, οι οποίες απορρέουν από τα εκτεταμένα μακροοικονομικά μέτρα τόνωσης της οικονομίας που εφαρμόζονται και από άλλα μέτρα πολιτικής που έχουν ληφθεί. Επίσης, η εμπιστοσύνη ενδέχεται να βελτιωθεί ταχύτερα απ΄ ό,τι αναμένεται επί του παρόντος. Αφετέρου, εξακολουθούν να υπάρχουν ανησυχίες, οι οποίες σχετίζονται με τις εντονότερες ή πιο παρατεταμένες αρνητικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ της πραγματικής οικονομίας και της αναταραχής στις χρηματοπιστωτικές αγορές, τις νέες αυξήσεις των τιμών του πετρελαίου και άλλων βασικών εμπορευμάτων, την κλιμάκωση των πιέσεων προστατευτισμού, τις δυσμενέστερες από το αναμενόμενο συνθήκες στις αγορές εργασίας και, τέλος, τις αρνητικές εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία ως αποτέλεσμα της μη ομαλής διόρθωσης των παγκόσμιων ανισορροπιών.
Ωστόσο, αν και η αβεβαιότητα είναι ακόμη υψηλή, υπάρχουν ολοένα και περισσότερες ενδείξεις ότι η παγκόσμια ύφεση φτάνει στο κατώτατό της σημείο. Σε ό,τι αφορά τη ζώνη του ευρώ, πρόσφατες έρευνες υποδηλώνουν ότι ο ρυθμός συρρίκνωσης παρουσιάζει σαφή επιβράδυνση. Ωστόσο, η οικονομική δραστηριότητα στο υπόλοιπο του έτους αναμένεται να παραμείνει υποτονική. Όσον αφορά τις προοπτικές για το επόμενο έτος, μετά από μια περίοδο σταθεροποίησης, αναμένεται σταδιακή ανάκαμψη με θετικούς τριμηνιαίους ρυθμούς ανάπτυξης. Τα σημαντικά μέτρα πολιτικής που λαμβάνονται για την τόνωση της δραστηριότητας σε όλες τις μεγάλες οικονομίες θα πρέπει να στηρίξουν την ανάπτυξη σε παγκόσμιο επίπεδο, συμπεριλαμβανομένης της ζώνης του ευρώ.
Σε ό,τι αφορά τις μελλοντικές εξελίξεις, το συμβούλιο εκτιμά ότι οι ετήσιοι ρυθμοί πληθωρισμού αναμένεται να διατηρηθούν προσωρινά σε αρνητικά επίπεδα, προτού γίνουν και πάλι θετικοί τους επόμενους μήνες του έτους. Ωστόσο, τέτοιες βραχυπρόθεσμες κινήσεις δεν είναι σημαντικές από τη σκοπιά της νομισματικής πολιτικής. Σύμφωνα με τις διαθέσιμες προβλέψεις και προβολές, σε έναν μακρότερο ορίζοντα, ο πληθωρισμός αναμένεται να διατηρηθεί σε θετικά επίπεδα, ενώ η εξέλιξη των τιμών και του κόστους αναμένεται να παραμείνει υποτονική ως συνέπεια της συνεχιζόμενης συγκρατημένης ζήτησης στη ζώνη του ευρώ και σε άλλες οικονομίες. Από την άποψη αυτή, οι δείκτες των προσδοκιών για τον πληθωρισμό σε μεσομακροπρόθεσμη βάση εξακολουθούν να είναι σταθεροποιημένοι σε επίπεδα συμβατά με την επιδίωξη του Διοικητικού Συμβουλίου να διατηρεί τους ρυθμούς πληθωρισμού κάτω αλλά πλησίον του 2% μεσοπρόθεσμα.
Σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, το Διοικητικό Συμβούλιο χαιρετίζει τη θέση της Ομάδας Ευρώ (Eurogroup) σύμφωνα με την οποία, δεδομένων των σημερινών οικονομικών προοπτικών και της προβλεπόμενης εξέλιξης του δημόσιου χρέους και του δημόσιου ελλείμματος, δεν απαιτούνται περαιτέρω δημοσιονομικά μέτρα τόνωσης της οικονομίας. Τα σχέδια προϋπολογισμού για το 2010, τα οποία οριστικοποιούνται σε αρκετές χώρες, και οι μεσοπρόθεσμες στρατηγικές εξυγίανσης πρέπει να αντανακλούν τη δέσμευση για ταχεία επάνοδο σε υγιή και βιώσιμα δημόσια οικονομικά. Αντίστοιχα, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να καταρτίσουν και να ανακοινώσουν φιλόδοξες και ρεαλιστικές στρατηγικές άρσης των επεκτατικών δημοσιονομικών μέτρων και δημοσιονομικής εξυγίανσης στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Η διαδικασία διαρθρωτικής προσαρμογής θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να ξεκινήσει όχι αργότερα από την οικονομική ανάκαμψη και το 2011 θα πρέπει να ενταθούν οι προσπάθειες εξυγίανσης. Οι προσπάθειες διαρθρωτικής εξυγίανσης θα πρέπει να υπερβούν σημαντικά την τιμή αναφοράς 0,5% του ΑΕΠ ετησίως που προβλέπεται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Στις χώρες που παρουσιάζουν υψηλούς λόγους ελλείμματος ή/και χρέους, η ετήσια διαρθρωτική προσαρμογή θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 1% του ΑΕΠ. Δεδομένων των κινδύνων χαμηλής δυνητικής ανάπτυξης στη ζώνη του ευρώ για παρατεταμένη χρονική περίοδο, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να προσαρμόσουν κατάλληλα τις δημόσιες δαπάνες στις νέες μακροοικονομικές συνθήκες και να αντιστρέψουν τις απότομες αυξήσεις των λόγων των δημόσιων δαπανών το συντομότερο δυνατόν. Αυτό κρίνεται απαραίτητο και για την κατάρτιση κρατικών προϋπολογισμών που θα λαμβάνουν υπόψη τις μελλοντικές δαπάνες λόγω της γήρανσης του πληθυσμού.
Στον τομέα της διαρθρωτικής πολιτικής, είναι αναγκαίο να ενταθούν οι προσπάθειες διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για τη στήριξη της διατηρήσιμης ανάπτυξης στη ζώνη του ευρώ. Ο κατάλληλος καθορισμός των μισθών και η επαρκής ευελιξία για την επιστροφή των ανέργων στην αγορά εργασίας θεωρούνται σημαντικοί παράγοντες ώστε η κρίση να μην ασκήσει διαρκή αρνητική επίδραση στις αγορές εργασίας. Επομένως, κρίνεται ουσιώδες να δημιουργηθούν ενδεδειγμένα κίνητρα για εργασία. Ταυτόχρονα, οι πολιτικές για την επιτάχυνση της αναδιάρθρωσης και των επενδύσεων, σύμφωνα με την αρχή της ανοικτής οικονομίας της αγοράς και του ελεύθερου ανταγωνισμού, θα δημιουργήσουν τις επιχειρηματικές ευκαιρίες και τα κέρδη παραγωγικότητας που απαιτούνται για να προκληθεί διατηρήσιμη ανάκαμψη.
Υπενθυμίζεται ότι κατά τη συνεδρίαση της 6ης Αυγούστου 2009, η ΕΚΤ αποφάσισε, βάσει της τακτικής οικονομικής και νομισματικής ανάλυσης που διενεργεί, να διατηρήσει αμετάβλητα τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ. Οι πληροφορίες και οι αναλύσεις που έχουν καταστεί διαθέσιμες μετά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου στις 2 Ιουλίου 2009 επιβεβαιώνουν την άποψη ότι τα σημερινά επίπεδα των επιτοκίων εξακολουθούν να κρίνονται ενδεδειγμένα.
capital.gr
No comments:
Post a Comment