Tuesday, December 22, 2009
JPMorgan: Τα έξι "μοτίβα" του 2010
JPMorgan: Τα έξι "μοτίβα" του 2010
Τα έξι βασικά «μοτίβα» τα οποία θα βρεθούν στο προσκήνιο εντός του 2010, εξετάζει στην μηνιαία οικονομική ανασκόπηση Επενδύσεων Δεκεμβρίου η Global Multi-Asset Group, ομάδα διαχείρισης παγκόσμιων χαρτοφυλακίων διαφόρων κατηγοριών επένδυσης της JPMorgan Asset Management.
Σύμφωνα με τους αναλυτές της Global Multi-Asset Group η οικονομική ανάκαμψη θα διευρυνθεί το 2010, αν και είναι αυξημένος ο κίνδυνος να υπάρξουν απρόσμενες εξελίξεις (tail risk) και είναι πιθανόν να παρατηρηθεί οικονομική απόκλιση. Παράλληλα διατηρούν αυξημένη στάθμιση στις μετοχές έναντι των ομολόγων και την προτίμησή μας στις ΗΠΑ, το Χονγκ Κονγκ και τις μετοχές των αναδυόμενων αγορών. Τηρούν ουδέτερη θέση στην Ευρώπη, τη Βρετανία και την Ιαπωνία
Αναλυτικότερα στην ανασκόπηση σημειώνονται τα ακόλουθα:
- Μακροοικονομική διασπορά
Ένα χαρακτηριστικό αυτής της κρίσης υπήρξε ο συγχρονισμός του οικονομικού κύκλου των διαφόρων χωρών, καθώς πολλές εισήλθαν και εξήλθαν επισήμως από τη φάση της ύφεσης περίπου ταυτόχρονα (αν και υπάρχουν ορισμένες αξιοσημείωτες εξαιρέσεις). Σε σύγκριση με προγενέστερες υφέσεις, αυτό είναι ασυνήθιστο και είναι μάλλον απίθανο να διαρκέσει πολύ: θεωρούμε πιθανόν κατά τη διάρκεια του 2010 να εμφανίζονται όλο και μεγαλύτερες αποκλίσεις στην οικονομική απόδοση.
Ήδη βλέπουμε κάποιες ενδείξεις, καθώς η μεγάλη ρευστότητα και οι υποτιμημένες συναλλαγματικές ισοτιμίες ενισχύουν τις ασιατικές οικονομίες και ίσως σημαίνουν ότι τα παραγωγικά κενά θα κλείσουν νωρίτερα εκεί από ό,τι σε άλλες περιοχές. Ενώ η σύνδεση (επίσημη ή ανεπίσημη) των συναλλαγματικών ισοτιμιών με το δολάριο βοήθησε αυτές τις οικονομίες, σε άλλα μέρη η συναλλαγματική ανελαστικότητα δυσχέρανε την ταχεία και ομαλή προσαρμογή.
Εντός της ευρωζώνης, είναι αξιοσημείωτο ότι κατά το 3ο τρίμηνο η Ισπανία και η Ελλάδα συνέχισαν να συρρικνώνονται σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο το περασμένο έτος, ενώ η Γερμανία και η Γαλλία σημείωναν θετική ανάπτυξη ήδη από το 2ο τρίμηνο. Αυτές οι αποκλίσεις εντός της ευρωζώνης ενδέχεται να συνεχιστούν και να αναζωπυρώσουν τις συζητήσεις περί ευρωζώνης δύο ταχυτήτων.
Πράγματι, οι ασθενέστερες χώρες που δεν μπορούν να υποτιμήσουν το νόμισμά τους για να ανακτήσουν ανταγωνιστικότητα, και με δημοσιονομικούς ισολογισμούς που ήδη τις πνίγουν, βρίσκονται ενώπιον μιας ενδεχόμενης υποβάθμισης της πιστοληπτικής τους ικανότητας και ενός παρατεταμένου αποπληθωρισμού. Έτσι, είναι αυξημένος ο μακροοικονομικός κίνδυνος να υπάρξουν απρόσμενες εξελίξεις (tail risk) και το 2010 μπορεί να είναι μια χρονιά κατά την οποία θα δικαιωθούν τόσο όσοι μιλούν για πληθωρισμό όσο και εκείνοι που προβλέπουν αποπληθωρισμό.
- Σύσφιξη στην Κίνα
Τον Φεβρουάριο του 1994 οι αγορές αναστατώθηκαν συθέμελα όταν η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ αύξησε αναπάντεχα τα επιτόκια. Αυτό συνεχίστηκε όλο τον χρόνο, και από το 3% (όπου παρέμεναν επί 17 μήνες) έφθασαν στο 5,5% μέχρι το τέλος του έτους. Οι αγορές ομολόγων κατρακύλησαν και οι ασιατικές αγορές μετοχών κατακρημνίστηκαν από τα υπερτιμημένα έως τότε επίπεδα τους. Θα μπορούσε μια απρόσμενη και παρατεταμένη σύσφιξη να προκαλέσει κάτι ανάλογο στις παγκόσμιες αγορές το 2010; Το σοκ που θα μπορούσε να πλήξει τις αγορές δεν θα ήταν μια αλλαγή πολιτικής στον ΟΟΣΑ, αλλά ίσως στην Κίνα.
Το ερώτημα είναι τι θα παρακινούσε την Κίνα να προβεί σε σύσφιξη της πολιτικής της και ίσως σε ανατίμηση του νομίσματός της. Πιστεύουμε ότι υπάρχουν πέντε κριτήρια που θα μπορούσαν να πιέσουν το Πεκίνο προς μια τέτοια κατεύθυνση: η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ πέραν του 10% σε 12μηνη βάση, η εκ νέου επιτάχυνση στην αύξηση της απασχόλησης, η άνοδος του επίσημου πληθωρισμού στην περιοχή του 2%-3%, μια απότομη άνοδος στην αύξηση των εξαγωγών και μια νέα διεύρυνση στο 12μηνο πλεόνασμα των εμπορικών συναλλαγών.
Όλα αυτά τα στοιχεία μπορεί να προκύψουν ήδη από το τέλος του 1ου τριμήνου, όταν η ανάπτυξη είναι πιθανόν να βρίσκεται άνω του 10%, ο επίσημος πληθωρισμός να επιταχύνεται και μια έκρηξη των εξαγωγών να είναι σε εξέλιξη. Η πιστωτική έξαρση της Κίνας είναι εκρηκτική και οι συνέπειές της θα απαιτήσουν κάτι παραπάνω από μια λεπτή προσαρμογή. Μπορεί η Κίνα να μη συμβάλλει στην παγκόσμια ανάπτυξη όσο οι ΗΠΑ, αλλά μια παρατεταμένη σύσφιξη θα μπορούσε να πλήξει τη διάθεση των επενδυτών για ανάληψη κινδύνου.
- Ομόλογα – κίνδυνος αναχρηματοδότησης (rollover risk)
Οι αγορές ομολόγων θα είναι πιθανότατα στο επίκεντρο της όποιας στροφής των αγορών κατά το 2010. Αυτό που έγινε το 2009 ήταν ότι οι κεντρικές τράπεζες έλαβαν μη συμβατικά μέτρα νομισματικής πολιτικής με ουσιαστικό στόχο την επαναφορά της διάθεσης για ανάληψη κινδύνου. Τα προγράμματα εξαγοράς τίτλων αύξησαν τα διαθέσιμα των ιδρυμάτων και τα ώθησαν να τα επανεπενδύσουν σε στοιχεία με μεγαλύτερο κίνδυνο, αναλαμβάνοντας υψηλότερα επίπεδα διάρκειας (duration), πιστωτικού κινδύνου ή του κινδύνου που συνδέεται με την επένδυση σε μετοχές.
Αυτό, μαζί με τα αμελητέα επιτόκια καταθέσεων, επέβαλαν μια στροφή που οδήγησε σε άνοδο τις τιμές των τίτλων και σε αυξημένη διάθεση ανάληψης κινδύνου – μια επιτυχής έκβαση για τις κεντρικές τράπεζες. Ένα λιγότερο εύπεπτο αποτέλεσμα είναι ότι τα ομόλογα σε μεγάλο βαθμό είναι κακώς αποτιμημένα και αποτελούν ίσως τη μόνη υπερτιμημένη κατηγορία επενδύσεων.
Οι πραγματικές αποδόσεις είναι αρκετά πιο κάτω από τα εν δυνάμει ποσοστά οικονομικής ανάπτυξης, πράγμα που δείχνει ότι είναι πολύ χαμηλές, και οι αποτιμήσεις είναι υψηλές. Για παράδειγμα, η αγορά TIPS ( τίτλοι δημοσίου με προστασία από τον πληθωρισμό) στις ΗΠΑ προσφέρει πραγματική απόδοση 1,3% στα επόμενα 10 χρόνια, ενώ η Βρετανία προσφέρει αποπληθωρισμένη απόδοση μόλις 0,5%.
Το επενδυτικό ερώτημα για το ερχόμενο έτος είναι πότε και πώς θα διορθωθεί αυτή η ανωμαλία στις αποτιμήσεις. Πρόσφατες επίσημες ανακοινώσεις υποδεικνύουν ότι οι κεντρικές τράπεζες ΗΠΑ και Βρετανίας αρχίζουν να προετοιμάζονται για τη ‘ζωή μετά την ποσοτική χαλάρωση’, αν και η σύσφιξη δεν είναι άμεσα αναμενόμενη. Ωστόσο, υπάρχουν δύο παράγοντες που μπορεί να φέρουν δυσκολίες.
Η μέση διάρκεια των αμερικανικών και βρετανικών χρεωστικών τίτλων τείνει να είναι μικρότερη τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με την Morgan Stanley, η μέση διάρκεια των αμερικανικών κρατικών χρεωστικών τίτλων έχει μειωθεί από έξι χρόνια τον Ιούνιο του 2001 σε λίγο πάνω από τέσσερα χρόνια τον Μάρτιο του 2009. Με τον τρόπο αυτό αυξάνεται ο κίνδυνος αναχρηματοδότησης (rollover risk) όταν τα ελλείμματα των προϋπολογισμών ανεβαίνουν. Η συνολική έκδοση ομολόγων θα βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα και οι αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ομολόγων θα έχουν περιθώριο για σημαντική άνοδο.
- Αναδυόμενες αγορές – μια αναβίωση της δεκαετίας του 1990
Οι αναδυόμενες αγορές θα μπορούσαν να αποδειχθούν μια επένδυση με μεγάλες διακυμάνσεις το 2010 – αλλά πιθανότατα και επικερδής για τους επενδυτές που είναι πλήρως τοποθετημένοι. Το 2009, τα επιχειρήματα υπέρ των αναδυόμενων αγορών ήταν οι καλύτερες προοπτικές ανάπτυξης και οι ελκυστικές αποτιμήσεις, ενώ για το 2010 είναι η ανάπτυξη και το συνάλλαγμα. Με δυο λόγια, οι αναδυόμενες μετοχικές αγορές ίσως είναι ο τρόπος να χειριστεί κανείς τα υποεκτιμημένα νομίσματα κατά το ερχόμενο έτος.
Η ιστορία των αναδυόμενων αγορών το 2010 ίσως φέρει απόηχους της ιστορίας των ασιατικών μετοχών στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Τότε, όπως και τώρα, μια παρατεταμένη περίοδος χαλαρής πολιτικής στις ΗΠΑ οδήγησε στη ροή κεφαλαίων προς τις ασιατικές αναδυόμενες αγορές για την αξιοποίηση της καλύτερης προοπτικής τους για ανάπτυξη.
Ακόμη και όταν η προφανής υποεκτίμηση των μετοχών είχε υποχωρήσει, οι εισροές συνεχίστηκαν, με τα τελευταία κύματα να εστιάζουν στα κακώς αποτιμημένα νομίσματα και όχι στις φθηνές αγορές μετοχών. Μέχρι να γίνουν νέες αποτιμήσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών στον αναδυόμενο κόσμο το 2010, θα μπορούσε η ίδια αυτή ιστορία να επαναληφθεί.
Η “παρατεταμένη περίοδος” χαλαρής πολιτικής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ υποδεικνύει υπεραπόδοση των αναδυόμενων αγορών, αλλά ο κίνδυνος είναι η φάση αυτή να έχει δυσάρεστη έκβαση.
- Καμία σύσφιξη από τις G4
Παρότι η συζήτηση περί στρατηγικών εξόδου και σύσφιξης από πλευράς κεντρικών τραπεζών σίγουρα θα ενταθεί, δεν αναμένουμε κινήσεις επιθετικής σύσφιξης από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες. Οι κεντρικοί τραπεζίτες έχουν πιθανώς στον νου τους τον φόβο μιας ύφεσης σχήματος W (γνωστής και ως «διπλή βουτιά»), αλλά θα ήταν και απίθανο να υπάρχει έτοιμο σχέδιο απόσυρσης του τεράστιου εγχειρήματος ποσοτικής χαλάρωσης.
Παρόλα αυτά η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ μάς διευκολύνει προσδιορίζοντας τα κριτήρια που θα λάβει υπόψη για την απόφασή της να αυξήσει τα επιτόκια: χρησιμοποίηση πόρων, πληθωρισμός και προσδοκίες για τον πληθωρισμό. Οι παράμετροι αυτές μπορεί να βρεθούν σε αντίφαση όταν η αξιοποίηση των πόρων θα παραμένει χαμηλή ενώ ο επίσημος πληθωρισμός θα ανεβαίνει στις αρχές του 2010.
Περιμένουμε από την Fed να κλίνει προς τη μεριά της επιφυλακτικότητας και να διατηρήσει το επιτόκιο του βραχυπρόθεσμου διατραπεζικού δανεισμού (Fed Funds) σε αναμονή. Η Τράπεζα της Αγγλίας μπορεί να βρεθεί σε πολύ πιο δύσκολο δίλημμα. Η ανάπτυξη θα είναι περιορισμένη και τα βρετανικά κόμματα ανταγωνίζονται για το ποιο θα εμφανιστεί πιο αυστηρό εν όψει των εθνικών εκλογών. Έτσι, καθώς όλοι θα μιλούν για δημοσιονομική λιτότητα, είναι πιθανόν η Τράπεζα της Αγγλίας να αντισταθμίσει αυτό το στοιχείο με μια χαλαρότερη νομισματική πολιτική και να μην μειώσει το βασικό επιτόκιο.
Η Τράπεζα της Ιαπωνίας, στο μεταξύ, τείνει να αυξήσει τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης και ήδη διοχέτευσε 10 τρις γεν τον Δεκέμβριο, ενώ είναι πιθανές και περαιτέρω ενέσεις ρευστότητας και αγορές ιαπωνικών κρατικών ομολόγων.
Παρότι οι πρόσφατες κινήσεις της ΕΚΤ για τη σταδιακή άρση των μέτρων ρευστότητας δείχνουν ότι η κεντρική τράπεζα ανοίγει τον δρόμο προς τη σύσφιξη, δεν πιστεύουμε ότι οι αυξήσεις επίκεινται άμεσα. Η συνολική ανάπτυξη στην ευρωζώνη αναμένεται να παραμείνει αργή το 2010 και θα κρύβει πίσω της τα μεγάλα χάσματα μεταξύ των επιμέρους χωρών της ευρωζώνης.
Ο τελευταίος αυτός παράγοντας μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν επηρεάζει τους πραγματικά ισχυρούς στους κόλπους της ΕΚΤ, αλλά η ισχύς του νομίσματος και οι αμφίβολες προοπτικές ως προς την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό δείχνουν ότι το σενάριο περί σύσφιξης παραμένει ασθενικό. Οι αγορές αναμένουν σύσφιξη από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Τράπεζα της Αγγλίας μετά τα μέσα του 2010, αλλά η χλιαρή ανάπτυξη, ο χαμηλός πληθωρισμός, η δημοσιονομική σύσφιξη ή/και η σαφής διάθεση διατήρησης των χαμηλών επιτοκίων ίσως σημαίνουν ότι καμιά από αυτές τις κεντρικές τράπεζες δεν αισθάνεται ότι επείγει να προχωρήσει σε σύσφιξη.
- Απρόθυμη διατήρηση αυξημένης στάθμισης στις μετοχές έναντι των ομολόγων
Μια από τις βασικές επενδυτικές αποφάσεις αυτής της χρονιάς ήταν να δώσουμε έμφαση στις μετοχές, τοποθετούμενοι σε επενδύσεις που ενέχουν κίνδυνο. Διατηρούμε ακόμη την αυξημένη στάθμιση στις μετοχές, αν και μετά από μια σημαντική ανάκαμψη και με τις αγορές να μη δείχνουν πλέον ιδιαίτερα φθηνές η θέση υπέρ των μετοχών δεν είναι τόσο αυτονόητη. Θεωρούμε ότι οι επενδυτές πρέπει να εκτιμήσουν δύο παράγοντες.
Πρώτον, ανταμείβονται επαρκώς για την ανάληψη επιχειρηματικού κινδύνου αυτή τη στιγμή; Και δεύτερον, ποια απόφαση θα πρέπει να λάβουν ως προς τη σχετική κατανομή των επενδύσεών τους; Προς το παρόν, περιμένουμε ότι οι εταιρικοί τίτλοι θα συνεχίσουν να ευνοούνται από το βελτιούμενο κλίμα εμπιστοσύνης και την οικονομική δραστηριότητα, αλλά και από την αυξανόμενη παραγωγικότητα χάρη στις επιθετικές μειώσεις του κόστους – και όλα αυτά υποδεικνύουν ότι το μακροοικονομικό περιβάλλον παραμένει θετικό για τις μετοχές.
Εξάλλου, αυτή η πραγματική οικονομική δυναμική επικαλύπτεται από τη φιλοσοφία των μέτρων πολιτικής. Με τις αποδόσεις των διαθεσίμων σε τόσο χαμηλά επίπεδα, η πολιτική προσέβλεπε στην άνοδο των τιμών των τίτλων εξωθώντας τους επενδυτές να περάσουν από τα διαθέσιμα σε επενδύσεις με μεγαλύτερο κίνδυνο. Ακόμη και ως τα μέσα Νοεμβρίου, ένας εκπρόσωπος της Fed φερόταν να εγκρίνει τη στρατηγική αυτή. Συνεπώς παραμένουμε θετικοί υπέρ των μετοχών έναντι των ομολόγων, αλλά αναγνωρίζουμε ότι η θέση αυτή μπορεί να γίνει λιγότερο προφανής όσο η ανοδική πορεία θα μπαίνει σε φάση ωριμότητας ή/και όταν οι κεντρικές τράπεζες αρχίσουν να θεωρούν ότι μια τόσο προσαρμοστική πολιτική υπονομεύει τις μακροπρόθεσμες προσδοκίες. Αλλά δεν έχουμε φθάσει ακόμη εκεί.
- Αγορές
Η οικονομική ανάπτυξη αναμένεται να είναι πιθανότατα αξιοπρεπής κατά το 2010, αν και ο κίνδυνος απρόσμενων εξελίξεων παραμένει υπολογίσιμος. Το βασικό μας σενάριο προβλέπει ότι προς το τέλος του 2009 θα υπάρξει μια διεύρυνση της ανάκαμψης που ήδη έχει ξεκινήσει. Αρκετοί παράγοντες υποδεικνύουν ότι η ανάκαμψη αυτή θα πρέπει να διατηρηθεί όλο το 2010.
Πρώτον, τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια έχουν παγκοσμίως περικοπεί δραστικά τους τελευταίους 12-18 μήνες και αυτό θα έχει μια καθυστερημένη επίδραση στην αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ στις ΗΠΑ. Δεύτερον, η πτώση των τιμών της ενέργειας το 2008/09 θα ευνοήσει –με χρονική υστέρηση– τις καταναλωτικές δαπάνες του 2010.
Τρίτον, ο κύκλος αναπλήρωσης των αποθεμάτων έχει μόλις αρχίσει. Τέταρτον, οι επιχειρηματικοί κλάδοι είναι σε μεγάλη φόρμα, με βελτιωμένες ταμειακές ροές και μια δυναμική κερδοφορίας, και μπορεί να δούμε μια ανάκαμψη στις κεφαλαιουχικές δαπάνες (ή ένα κύμα εξαγορών) και ίσως κάποιες προσλήψεις. Όλα αυτά θα πρέπει να θέσουν τις βάσεις για μια ανάκαμψη στην τελική ζήτηση που θα εμφανιστεί κατά την πορεία του 2010.
Μετά από μια σειρά ανοδικών αναθεωρήσεων, οι συγκλίνουσες προβλέψεις για τα κέρδη των εταιρειών του S&P 500 το 2010 διαμορφώνονται σήμερα γύρω στα $76,70 μέσα από μια bottom-up προσέγγιση (που δίνει έμφαση πρωταρχικώς στις εταιρείες, μετά στους κλάδους και μετά στην ευρύτερη οικονομία). Αυτό φέρνει την αγορά σε ένα μελλοντικό P/E της τάξης του 14,3Χ στα τέλη Νοεμβρίου, έναντι της μακροπρόθεσμης μέσης τιμής του 15,2Χ.
Αν και αυτές οι τιμές δεν φαίνονται υπερβολικές, η εικόνα διαγράφεται με μεγαλύτερη ένταση για το 2011, οπότε οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις μιλούν για αύξηση κερδοφορίας κατά 21,6%. Σε σχέση με τα ομόλογα, οι μετοχές εξακολουθούν να προσφέρουν εύλογη αξία. Με τον απλό γνώμονα της διαφοράς στον λόγο κέρδη ανά μετοχή προς χρηματιστηριακή τιμή, το λεγόμενο Earnings Yield της αγοράς, οι μετοχές φαίνεται να βρίσκονται σε καλή θέση ως προς τη σχετική τους αποτίμηση.
Πράγματι, οι μετοχές θα έπρεπε να ανέβουν 30% πάνω από τα σημερινά επίπεδα και οι αποδόσεις των ομολόγων τουλάχιστον κατά 100 μονάδες βάσης για να φέρουν ακραίες αποτιμήσεις παρόμοιες με εκείνες του 1994, του 2000 και του 2007. Ασφαλώς οι αγορές θα αντιδρούσαν υποχωρώντας πολύ πριν οι αποδόσεις φθάσουν σε τέτοια επίπεδα, αλλά το παράδειγμα δείχνει απλώς ότι υπάρχει ακόμη περιθώριο για περαιτέρω άνοδο.
Οι αγορές είναι πιο ‘ανήσυχες’ τις τελευταίες εβδομάδες και οι μετοχές του S&P 500 διακινούνται εντός μιας περιοχής 7% από τα τέλη Οκτωβρίου. Αυτό συνέπεσε με μια αντιστροφή στη διάθεση ανάληψης κινδύνου, με τον δείκτη της Credit Suisse να υποχωρεί από το επίπεδο του 4,4 –που πλησιάζει στην ‘ευφορία’– στο 1,9 στα τέλη Νοεμβρίου.
Αυτό μπορεί να αντικατοπτρίζει μια τάση απαλλαγής από τον κίνδυνο (“de-risking”) εν όψει του τέλους του έτους, η οποία ενθαρρύνθηκε από μια βραχυπρόθεσμη επιδείνωση στα δεδομένα οικονομικής έκπληξης και της δυναμικής της κερδοφορίας (momentum). Ωστόσο, διατηρούμε θετική στάση έναντι των επενδύσεων που ενέχουν κίνδυνο και κοιτάζουμε πέρα από την πρόσκαιρη έξαρση ‘δυσπεψίας’ της αγοράς, πιστεύοντας ότι θα υπάρξει ένα ακόμη σκέλος στην ανάκαμψη που βρίσκεται σε εξέλιξη από τον Μάρτιο.
Εξακολουθούμε να έχουμε αυξημένη στάθμιση σε μετοχές έναντι των ομολόγων, με μετοχικές θέσεις στην Ασία (μέσω του Χονγκ Κονγκ) και στις αναδυόμενες αγορές, που εξακολουθούν να είναι οι κυριότερες περιοχές ανάπτυξης. Διατηρούμε επίσης αυξημένη θέση στις μετοχές ΗΠΑ και ουδέτερη στην Ευρώπη πλην Βρετανίας, την Ιαπωνία και τη Βρετανία, ενώ περάσαμε σε μειωμένη στάθμιση στην Αυστραλία.
euro2day.gr
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment