Monday, October 5, 2009

Απόφαση - "σταθμός" από ελληνικό δικαστήριο για τα δομημένα προϊόντα

Απόφαση - "σταθμός" από ελληνικό δικαστήριο για τα δομημένα προϊόντα


Απόφαση-«σταθμό», που αφορά τοποθετήσεις σε δομημένα ομόλογα και ανοίγει το δρόμο και για άλλες ανάλογες υποθέσεις, έλαβε πρόσφατα το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών.

Με την απόφασή του, που δημοσιεύθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 2009, το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών δικαίωσε ιδιώτη που προσέφυγε κατά της Credit Suisse (UK) Limited και της Credit Suisse Securities (Europe) Ltd, απορρίπτοντας μεταξύ άλλων την ένσταση περί αποκλειστικής δικαιοδοσίας των αγγλικών δικαστηρίων.

Σύμφωνα με το δικηγορικό γραφείο Γ.-Ε.Φ. Καλαβρός και Συνεργάτες, ο αιτών, κάτοικος Γλυφάδας, ανέφερε ότι «τον Μάρτιο του 2005 και θέλοντας να τοποθετήσει κεφάλαιό του ύψους 326.000 δολαρίων ΗΠΑ σε κερδοφόρα επένδυση που όμως να εξασφαλίζει τη σταθερότητα του κεφαλαίου, πληροφορήθηκε μέσω τρίτου προσώπου για τα τραπεζικά προϊόντα του ομίλου Credit Suisse και μετά από διαβεβαιώσεις για την προαναφερόμενη εξασφάλιση του κεφαλαίου του, αγόρασε επενδυτικό πρόγραμμα για ποσό 326.000 δολαρίων ΗΠΑ και υπέγραψε σχετικό έντυπο που του απεστάλη μέσω φαξ συντεταγμένο στην αγγλική γλώσσα, χωρίς να του εξηγηθούν οι τεχνικοί χρηματοπιστωτικοί όροι που αυτός περιείχε».

Σύμφωνα με την απόφαση, ο αιτών στα πρώτα δύο χρόνια έως και τον Μάιο του 2007 έλαβε από το δομημένο ομόλογο τόκους συνολικού ποσού 30.000 δολαρίων ΗΠΑ ετησίως. Τον Μάιο του έτους 2007 έληξε το επενδυτικό πρόγραμμα και το κεφάλαιό του επενδύθηκε εκ νέου τον Ιούνιο του 2007 από την Credit Suisse, συναινώντας ο ίδιος σε αυτό και πάλι μέσω εντύπου που του απεστάλη με φαξ. Τον Σεπτέμβριο του έτους 2008 κλήθηκε να καταβάλει ποσό 100.000δολαρίων ΗΠΑ προκειμένου να μην ρευστοποιηθεί το ομόλογο και τότε πληροφορήθηκε από συνεργάτη της τράπεζας ότι η τράπεζα ρευστοποίησε ήδη το ομόλογό του, χωρίς όμως ο ίδιος να έχει δώσει σχετική εντολή.

Όπως ισχυρίστηκε ο ίδιος, «δεν τον πληροφόρησαν όπως είχαν υποχρέωση για τον κίνδυνο που ανέλαβε αλλά μόνο για τα αυξημένα οφέλη που μπορούσε να έχει από την αγορά του ομολόγου, με αποτέλεσμα να παραπλανηθεί ο αιτών και τελικά να ζημιωθεί αφού το επενδυθέν κεφάλαιό του όχι μόνο δεν αυξήθηκε αλλά κινδυνεύει να απωλεσθεί πλήρως». Επίσης ότι δεν έλαβε «καμία επίσημη ενημέρωση για την πραγματική και νομική κατάσταση του χαρτοφυλακίου του, την οποία αγνοεί και προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος ρευστοποίησής του μέχρι την έκδοση αποφάσεως επί αγωγής του ζητεί να απαγορευθεί προσωρινά η οποιαδήποτε μεταβολή της νομικής και πραγματικής κατάστασης του χαρτοφυλακίου του» και να καταδικασθούν οι αντίδικοι στη δικαστική δαπάνη.

Το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών απέρριψε, βάσει των όρων του συμβολαίου, την ένσταση περί αποκλειστικής δικαιοδοσίας των δικαστηρίων της Αγγλίας. Μεταξύ άλλων, και μετά από εξέταση ενόρκων καταθέσεων, προκύπτει -σύμφωνα με την απόφαση- ότι ο αιτών πείσθηκε για την ασφάλεια και τη μεγάλη απόδοση του προϊόντος και υπέγραψε σχετικό έγγραφο που του απεστάλη μέσω φαξ, συντεταγμένο στην αγγλική γλώσσα, τους όρους του οποίου όμως δεν ήταν σε θέση να κατανοήσει πλήρως γιατί δεν ήταν γνώστης της σχετικής οικονομικής και τραπεζικής ορολογίας της αγγλικής γλώσσας ούτε του παραδόθηκε μεταφρασμένο αυτό το έγγραφο στην ελληνική. Επίσης δεν του επεξηγήθηκε η ειδικότερη λειτουργία του προϊόντος ούτε του επισημάνθηκαν οι κίνδυνοι της επένδυσης.

Επρόκειτο για ένα δομημένο ομόλογο «με ένα σκέλος της επένδυσης σε ένα χρηματοπιστωτικό προϊόν, η αξία του οποίου βασιζόταν στην πορεία τεσσάρων χρηματιστηριακών δεικτών (των S&P 500, DJ EURO STOXX 50, ΝΙΚΚΕΙ 225 και SMI) και ένα σκέλος σχέσης μόχλευσης (leverage) με τραπεζικό δανεισμό στον οποίο οι καθών διατηρούσαν τον απόλυτο έλεγχο διαχείρισης».

Ο αιτών «από τον Σεπτέμβριο του 2008 άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι η κίνηση του Ομολόγου δεν ήταν επικερδής γιατί η Τράπεζα του ζητούσε να της αποστείλει και άλλα χρήματα προκειμένου να μη ρευστοποιηθεί το ομόλογο, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει να απωλέσει και αυτό το ίδιο το κατατεθέν κεφάλαιό του. Προσπάθησε δε να τερματίσει τη σχέση του με τους καθών ώστε να επιτύχει επιστροφή τουλάχιστον του κεφαλαίου του,. αλλά δεν στάθηκε δυνατό.

Η πρώτη των καθών είναι εκδότρια του ανωτέρω επενδυτικού προϊόντος, η δεύτερη διαχειρίστρια και πάροχος των σχετικών επενδυτικών συμβουλών και ο τρίτος υπάλληλός τους αρμόδιος να διαπραγματεύεται με ιδιώτες πελάτες τις επενδύσεις τους. Οι προαναφερόμενοι ουδέποτε εξήγησαν στον αιτούντα τον κίνδυνο που διέτρεχε αγοράζοντας τα ανωτέρω προϊόντα, τον οποίο εάν ο αιτών γνώριζε δεν θα προέβαινε στην επίδικη επένδυση», αναφέρεται στην απόφαση.

«Το γεγονός ότι η κρίση στο Παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα, που κορυφώθηκε τον Σεπτέμβριο του έτους 2008, συνετέλεσε στη ζημιογόνο πορεία του επίδικου προϊόντος, όπως καταθέτει ο μάρτυρας των καθών, δεν μειώνει την ευθύνη των καθών απέναντι στους πελάτες τους, τους οποίους όφειλαν σε κάθε περίπτωση να έχουν πληροφορήσει σχετικά με τον κίνδυνο που αναλάμβαναν όταν έκαναν επενδύσεις στα εν λόγω προϊόντα Ο ισχυρισμός των καθών ότι το χαρτοφυλάκιο του αιτούντος έχει ήδη ρευστοποιηθεί δεν πιθανολογείται βάσιμος με την προσκόμιση αντίστοιχου εγγράφου. Ενόψει των προηγουμένων και προκειμένου να εξασφαλιστεί η μη ρευστοποίηση του χαρτοφυλακίου του αιτούντος μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί σχετικής αγωγής του κατά των καθών, την οποία δεν είχε μέχρι τη συζήτηση της υπό κρίση αιτήσεως ασκήσει, πρέπει στα πλαίσια του άρθρου 693 ΚΠολΔ να γίνει δεκτή η αίτηση ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη, και να επιβληθούν σε βάρος των καθών τα δικαστικά έξοδα του αιτο6ντος (176 ΚΠολΔ)».

capital.gr

No comments:

Share |