Ορφανίδης: Κάτω τα χέρια απ’ το χρυσό
Την πρώτη του δημόσια παρέμβαση στο θέμα που προέκυψε με τα αποθέματα χρυσού της ΚΤ έκανε σήμερα ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Αθανάσιος Ορφανίδης, απορρίπτοντας δημοσίως την εισήγηση του Υπουργείου Οικονομικών για πώληση των αποθεμάτων. Σε σχετική ανακοίνωση, ο κ. Ορφανίδης κακίζει εμμέσως, πλην σαφώς, τη στάση του υπουργού Οικονομικών Χαρίλαου Σταυράκη, ο οποίος έδωσε δημοσιότητα στο θέμα, ενώ του είχε εξηγηθεί από τον περασμένο Μάρτιο – όπως και στον πρώην Πρόεδρο Τάσσο Παπαδόπουλο – ότι η Κεντρική Τράπεζα δεν συμφωνεί με την πώληση των αποθεμάτων. Σημειώνει πως ο χρυσός είναι σταθεροποιητικό στοιχείο στον ισολογισμό της Κεντρικής Τράπεζας και πως είναι σε χαμηλά επίπεδα σε σύγκριση με το εξωτερικό. Αναστρέφοντας το επιχείρημα της κυβέρνησης για την έκλειψη της ανάγκης φύλαξης αποθεμάτων λόγω ένταξης στην ΟΝΕ, ο κ. Ορφανίδης υποστηρίζει επίσης πως η ΚΤ χρειάζεται ενίσχυση της κεφαλαιακής της βάσης.
Στην ανακοίνωση, ο κ. Ορφανίδης διευκρινίζει ότι η ΚΤ κατέχει 13,9 τόνους αξίας €250 εκ. χρυσού και όχι €1 δισ. όπως είχε διαρρεύσει στα ΜΜΕ. «Το απόθεμα χρυσού που κατέχει η ΚΤΚ ως ποσοστό των συναλλαγματικών της αποθεμάτων ανέρχεται σε 28,7%, ενώ το αντίστοιχο της Ευρωζώνης είναι 58,7%», σημειώνει.
Στην ανακοίνωση ο κ. Ορφανίδης επαναλαμβάνει έξι φορές τη λέξη «ανεξαρτησία», τονίζοντας τις θεσμικές διαστάσεις του θέματος. «Η κατοχή και διαχείριση των επίσημων αποθεμάτων των κρατών μελών της ΕΕ αποτελεί μια από τις βασικές αρμοδιότητες των κεντρικών τραπεζών στην ΕΕ», επισημαίνει. «Η αρμοδιότητα αυτή κατοχυρώνεται από τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η οποία επίσης κατοχυρώνει την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών κατά την ενάσκηση των αρμοδιοτήτων τους. Σε αυτά τα πλαίσια, η ΚΤΚ έχει συγκεκριμένη επενδυτική πολιτική για τη διαχείριση των αποθεμάτων», τονίζει.
Αφήνοντας σαφείς αιχμές για το χειρισμό του θέματος από την παρούσα κυβέρνηση, ο κ. Ορφανίδης καταγράφει το ιστορικό του ζητήματος. «Θέμα πιθανής πώλησης μέρους του χρυσού από την Τράπεζα ή και μείωσης των αποθεματικών της και μεταφοράς των κεφαλαίων αυτών στην κυβέρνηση ηγέρθη και από την προηγούμενη κυβέρνηση και έτυχε χειρισμού με προσοχή ώστε να αποφευχθεί αχρείαστη δημοσιότητα», λέει, στέλνοντας μήνυμα με πολλαπλούς αποδέκτες. «Συγκεκριμένα, ενόψει της υιοθέτησης του ευρώ, ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας έθεσε το ερώτημα κατά πόσον η Τράπεζα θα ήταν αναγκαίο, μετά την ένταξή της στο Ευρωσύστημα, να διατηρήσει το ίδιο ύψος αποθεματικών και αν θα μπορούσε να προβεί σε μεταφορά μέρους αυτών στην κυβέρνηση. Μετά από επισταμένη μελέτη του θέματος από την ΚΤΚ, ο διοικητής, σε συνάντηση που είχε με τον τέως Πρόεδρο της Δημοκρατίας το Δεκέμβριο του 2007 για συζήτηση του θέματος, παρουσίασε τις απόψεις της Τράπεζας και εξήγησε ενδελεχώς τους λόγους για τους οποίους η Τράπεζα δεν μπορούσε να μεταφέρει μέρος των αποθεματικών της στην κυβέρνηση (συμπεριλαμβανομένης της πώλησης χρυσού και μεταφοράς των κερδών προς την κυβέρνηση). Ο Πρόεδρος κατανόησε πλήρως τις θέσεις της Τράπεζας. Με αυτά τα δεδομένα, το θέμα θεωρήθηκε από την πλευρά της ΚΤΚ ότι έληξε. Το θέμα επανέφερε προς το διοικητή ο νυν υπουργός Οικονομικών το Μάρτιο του 2008, στον οποίο επεξηγήθηκε ότι δεν υπήρξε διαφοροποίηση των δεδομένων που να δικαιολογεί αλλαγή στη θέση της Τράπεζας», σημειώνει.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνει ο κ. Ορφανίδης στα ευρωπαϊκά θέσμια, που κατοχυρώνουν όχι μόνο τη θεσμική, αλλά και την οικονομική ανεξαρτησία της Τράπεζας. Επικαλούμενους στη συνθήκη για ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, αλλά και τη νομοθεσία του Ευρωσυστήματος, ο κ. Ορφανίδης στέλνει σαφές μήνυμα στην κυβέρνηση: «Η ανεξαρτησία δεν περιορίζεται μόνο στο γεγονός ότι τα όργανα λήψεως αποφάσεων της Κεντρικής Τράπεζας δεν ζητούν, ούτε δέχονται οδηγίες από τρίτους στην άσκηση των εξουσιών τους, αλλά περιλαμβάνει και την οικονομική ανεξαρτησία της Τράπεζας. Η οικονομική ανεξαρτησία σημαίνει ότι η Τράπεζα θα πρέπει να έχει ικανοποιητικό εισόδημα για να χρηματοδοτεί την αποστολή της και αρκετά κεφάλαια και αποθεματικά για να μπορεί να αντιμετωπίσει τυχόν απρόβλεπτες καταστάσεις, χωρίς την ανάγκη προσφυγής στην εκάστοτε κυβέρνηση για χρηματοδότηση».
Επί της ουσίας του ζητήματος αναφέρει ότι το κεφάλαιο και τα αποθεματικά της ΚΤΚ ως ποσοστό του κυκλοφορούντος νομίσματος ανέρχεται σε περίπου 5%, ενώ το αντίστοιχο του Ευρωσυστήματος είναι περίπου τρεις φορές πιο ψηλό. Ως ποσοστό του ενεργητικού της, το κεφάλαιο και τα αποθεματικά της Τράπεζας είναι μόλις 1% έναντι πενταπλάσιου ποσοστού στο Ευρωσύστημα. Επισημαίνεται επίσης ότι με την ένταξή στην Ευρωζώνη η ΚΤΚ απώλεσε το δικαίωμα έκδοσης νομίσματος με αποτέλεσμα τον περιορισμό των εσόδων της από την κυκλοφορία νομίσματος, καθώς και την αδυναμία χρηματοδότησης εξόδων της σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, όπως ενδεχομένως σε χρηματοπιστωτικές κρίσεις. Επιπρόσθετα, με βάση τις υποχρεώσεις της έναντι του Ευρωσυστήματος, η ΚΤΚ μπορεί να κληθεί να συνεισφέρει στην κάλυψη τυχόν ζημιών της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). «Για τους λόγους αυτούς», τονίζει ο κ. Ορφανίδης, «ενδεχομένως να χρειάζεται περαιτέρω ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης της ΚΤΚ».
Ο κ. Ορφανίδης καταλήγει με απόσπασμα από την τελευταία έκθεση σύγκλισης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που τονίζει πως «όλη η ανεξαρτησία της μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο εάν δεν έχει τη δυνατότητα να διαχειρίζεται αυτόνομα επαρκείς οικονομικούς πόρους για να εκτελεί την αποστολή». «Η έννοια της οικονομικής ανεξαρτησίας», σημειώνεται από το απόσπασμα, «θα πρέπει συνεπώς να κρίνεται με γνώμονα το αν τρίτοι μπορούν να ασκούν είτε άμεση είτε έμμεση επιρροή όχι μόνο στα καθήκοντα της ΕθνΚΤ, αλλά και στην ικανότητά της… να εκπληρώνει την αποστολή της…».
STOCKWATCH.COM.CY
No comments:
Post a Comment