Ευθύνες για την Κεντρική Τράπεζα της Αγγλίας (BoE) και τη εποπτική αρχή του χρηματοοικονομικού κλάδου (FSA) για το σκάνδαλο χειραγώγησης του διατραπεζικού επιτοκίου (libor) προκύπτουν από κυβερνητικά αρχεία των ΗΠΑ και της Βρετανίας. Όπως μεταδίδει το Reuters, σύμφωνα με τα αρχεία, οι βρετανικές αρχές είχαν ειδοποιηθεί τουλάχιστον πέντε φορές από το 2007 για σφάλματα στον τρόπο υπολογισμού του επιτοκίου. Κρίσιμα ερωτήματα τέθηκαν το φθινόπωρο του 2007 όταν οχτώ στελέχη της BoE, συμπεριλαμβανομένου του Paul Tucker, νυν αναπληρωτή διοικητή, συναντήθηκαν με αξιωματούχο της FSA και με στελέχη των μεγαλύτερων τραπεζών του κόσμου. Παρών στη συνάντηση ήταν και αξιωματούχος της British Bankers΄ Association (BBA), η οποία ευθύνεται για την παρακολούθηση του labor.
Σύμφωνα με τα πρακτικά, οι συμμετέχοντες στη συνάντηση συζήτησαν το γεγονός ότι το labor ήταν χαμηλότερο από τα πραγματικά επιτόκια δανεισμού των τραπεζών. «Οι δείκτες του labor πρέπει να είναι της υψηλότερης ποιότητας με δεδομένο το σημαντικό ρόλο τους ως βασικού δείκτη,» αναφέρουν τα πρακτικά. Τώρα, σχεδόν πέντε χρόνια μετά, το ίδιο πρόβλημα που απασχόλησε εκείνη τη συνάντηση καθώς και άλλες συναντήσεις και τηλεφωνικές επαφές στελεχών των ρυθμιστικών αρχών των ΗΠΑ και της Βρετανίας, βρίσκεται στην καρδιά των ερευνών που οδήγησαν στο πρόστιμο των 453 εκατ. δολ. στην Barclays και στην παραίτηση του προέδρου Marcus Agius και του CEO Bob Diamond.
Περισσότερες από 12 τράπεζες, όπως η Citigroup, HSBC, UBS και η Royal Bank of Scotland, βρίσκονται στο μικροσκόπιο των ερευνών που διεξάγονται στη Βόρεια Αμερική, την Ευρώπη και την Ιαπωνία και σύμφωνα με εκτιμήσεις θα επιβληθούν μεγαλύτερα πρόστιμα. Έγγραφα που κατατέθηκαν στις ΗΠΑ και τη Βρετανία την περασμένη εβδομάδα, δείχνουν πως το ζήτημα συζητήθηκε για χρόνια χωρίς να γίνει γνωστό στο ευρύ κοινό με τις τράπεζες να χειραγωγούν το επιτόκιο αποκομίζοντας κέρδη ή κρύβοντας στοιχεία για την κακή τους κατάσταση. Η BBA συντονίζει το labor από τη δεκαετία του 1980 μέσω μίας διαδικασίας που δεν ρυθμίζεται επισήμως.
Τα επιτόκια ορίζονται και διανέμονται για την αρχή καθημερινώς από ειδήσεις και πληροφορίες της Thomson Reuters, μητρικής του Reuters. Τα νούμερα είναι σχεδιασμένα ώστε να αντανακλούν τα επιτόκια στα οποία οι μεγαλύτερες τράπεζες πιστεύουν πως μπορούν να δανειστούν η μία από την άλλη σε 10 σημαντικά νομίσματα και για 15 περιόδους, από ημερήσια δάνεια έως δάνεια 12 μηνών. Υποβάλλοντας λανθασμένα στοιχεία για το κόστος δανεισμού, οι τράπεζες μπορούν να αποκομίσουν κέρδη σε συναλλαγές σε παράγωγα ή να αποφύγουν να δείξουν στις αγορές πως είναι σε περισσότερη επισφαλή θέση από τους ανταγωνιστές στους.
Στα τέλη του 2007 και το 2008, κατά τη διάρκεια της τραπεζικής κρίσης, η Barclays μείωσε τεχνητά το libor για να μη δημιουργήσει την εντύπωση πως αντιμετωπίζει προβλήματα. Έγγραφα των FSA και CFTC των ΗΠΑ δείχνουν πως traders της τράπεζες επιδίωξαν να χειραγωγήσουν πολλές φορές το επιτόκιο από το 2005 έως το 2009. Το Σεπτέμβριο του 2007, στέλεχος της τράπεζας ρώτησε υπηρεσία της Barclays για τις νομικές υποχρεώσεις της στον υπολογισμό του libor τη στιγμή που δεν υπάρχουν συναλλαγές στην αγορά, καθώς ένα μεγάλο πρόβλημα στον υπολογισμό του labor είναι πως οι τράπεζες υποβάλουν το κόστος δανεισμού για περιόδους έξι έως 12 μηνών ενώ δεν δανείζονται χρήματα γι’ αυτά τα διαστήματα. Το Νοέμβριο του 2007 υπάλληλος της Barclays ο οποίος ήταν υπεύθυνος για την υποβολή του labor σε e – mail του ανέφερε πως το επιτόκιο «δεν αντανακλά το πραγματικό κόστος του χρήματος… Δεν είναι σίγουρο γιατί οι τράπεζες τα κρατούν τόσο χαμηλά αλλά δεν είναι καλή ιδέα να είμαστε πολύ μακριά από το σύνολο.»
source: capital.gr