Μετά το πρόστιμο της βρετανικής τράπεζας Barclays ύψους 450 εκατ. δολαρίων για τη συμμετοχή της στη χειραγώγηση του Libor, άρχισαν έρευνες για παρόμοια κρούσματα και σε άλλες τράπεζες του κόσμου. Μεγαλύτερες διαστάσεις φαίνεται ότι προσλαμβάνει η υπόθεση χειραγώγησης του Libor, καθώς πληθαίνει ο αριθμός των τραπεζών που φέρεται ότι έχουν εμπλακεί στη χειραγώγηση του διατραπεζικού επιτοκίου. Το σκάνδαλο χειραγώγησης του Libor -ενός επιτοκίου στο οποίο βασίζονται χρηματοοικονομικά συμβόλαια αξίας εκατοντάδων τρισ. δολαρίων- αναμένεται να οδηγήσει τις ρυθμιστικές αρχές σε μεταρρυθμίσεις για τον τρόπο καθορισμού του. Οποιαδήποτε όμως απόφαση κι αν πάρουν, θα αποτελεί περισσότερο μια συμβιβαστική λύση, παρά μια λύση που θα αποκαταστήσει τη φήμη ενός επιτοκίου, το οποίο για πολλούς αποτελεί το πιο σημαντικό χρηματοοικονομικό εργαλείο στον κόσμο, όπως πιστεύουν αρκετοί παράγοντες των αγορών.
Η βρετανική υπηρεσία, που ασχολείται με σοβαρές περιπτώσεις απάτης (Serious Fraud Office), έχει επιβεβαιώσει ότι διεξάγει έρευνα για τη χειραγώγηση των διατραπεζικών επιτοκίων δανεισμού, μια υπόθεση που θα μπορούσε να οδηγήσει στην απαγγελία κατηγοριών. Η υπόθεση ανακινήθηκε μετά την ανακοίνωση της βρετανικής τράπεζας Barclays για την καταβολή χρηματικού προστίμου σχεδόν 450 εκατ. δολαρίων για τη συμμετοχή της στη χειραγώγηση του Libor, το χρονικό διάστημα 2005-2009. Το σκάνδαλο αναζωπύρωσε την οργή της βρετανικής κοινής γνώμης εναντίον των τραπεζικών στελεχών, που θεωρούνται υπαίτιοι για τον κίνδυνο βαθιάς ύφεσης που απειλεί τη βρετανική οικονομία. Η πολιτική διαμάχη, που έχει ξεσπάσει γύρω από το ζήτημα, οξύνθηκε, μετά τη δημοσίευση εμπιστευτικών συμβουλών της ελβετικής τράπεζας UBS προς την προηγούμενη κυβέρνηση της Βρετανίας, για τρόπους μείωσης του Libor κατά την εποχή κορύφωσης της πιστωτικής κρίσης του 2008.
Σε διαθεσιμότητα. Την ίδια στιγμή, δύο στελέχη του γερμανικού τραπεζικού ομίλου Deutsche Bank τέθηκαν σε διαθεσιμότητα, έπειτα από έρευνες εξωτερικών ελεγκτών, στους οποίους είχε ανατεθεί να διαπιστώσουν εάν υπάρχει εμπλοκή στελεχών στη χειραγώγηση διατραπεζικών επιτοκίων, όπως επισημαίνεται σε δημοσίευμα του γερμανικού περιοδικού «Der Spiegel». Εκπρόσωπος της Deutsche Bank αρνήθηκε να σχολιάσει το δημοσίευμα. Σύμφωνα, εξάλλου, με πληροφορίες του Reuters, η γερμανική χρηματιστηριακή αρχή έχει διατάξει ειδική έρευνα για την Deutsche Bank, καθώς θεωρείται ύποπτη για συμμετοχή στη χειραγώγηση των διατραπεζικών επιτοκίων. Οι αρχές σε ΗΠΑ, Ευρώπη και Ιαπωνία έχουν θέσει στο στόχαστρο ορισμένες από τις μεγαλύτερες τράπεζες που θεωρούνται ύποπτες για τη χειραγώγηση του Libor.
Η Barclays είναι, προς το παρόν, η μοναδική που έχει παραδεχθεί τη συμμετοχή της, έχοντας προχωρήσει και στην καταβολή του προστίμου. Εξάλλου, ο Βρετανός υπουργός επιχειρηματικότητας, Βινς Κέιμπλ, υποστήριξε, χθες, ότι τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Barclays θα πρέπει να περιορίσουν την αποζημίωση του πρώην διευθύνοντος συμβούλου, Μπομπ Ντάιαμοντ, για την αποχώρησή του από την Barclays, ώστε να αποφύγουν τη δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης. Σύμφωνα με δημοσιεύματα του βρετανικού Τύπου, ο κ. Ντάιμοντ δικαιούται αποζημίωσης έως και 17 εκατ. στερλινών (26,32 εκατ. δολάρια). «Πραγματικά ελπίζω ότι το διοικητικό συμβούλιο της Barclays θα υιοθετήσει μια δίκαια αυστηρή θέση στο συγκεκριμένο ζήτημα», πρόσθεσε ο κ. Κέιμπλ. Ο Βρετανός υπουργός Επιχειρηματικότητας υποστήριξε ότι οι τράπεζες υπονομεύουν την ανάκαμψη της βρετανικής οικονομίας, καθώς δεν χορηγούν δάνεια σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που βρίσκονται αντιμέτωπες με προβλήματα ρευστότητας.
Ο κ. Κέιμπλ, που έχει ασκήσει έντονες επικρίσεις εναντίον των μεγάλων τραπεζών της Βρετανίας, δήλωσε ότι η κυβέρνηση πρέπει να εστιάσει στο ότι η πιστωτική ενίσχυση των 100 δισ. στερλινών (155 δισ. δολάρια), που ανακοινώθηκε τον Ιούνιο, θα φθάσει σε εκείνες τις επιχειρήσεις που έχουν ανάγκη χρηματοδότησης για την επέκταση των δραστηριοτήτων τους. Ο κ. Κέιμπλ κατηγόρησε τις τράπεζες ότι αναχαιτίζουν την ανάπτυξη της βρετανικής βιομηχανίας, εξαιτίας της «υπάρχουσας κουλτούρας, που είναι αντι-επιχειρηματική, με εμμονή στα βραχυπρόθεσμα κέρδη από συναλλαγές και όχι σε μακροπρόθεσμα», ανέφερε σε χθεσινές του δηλώσεις.
source: naftemporiki.gr