S&P: Αναβαθμίζει την Ελλάδα σε CCC από SD
Σε ΄CCC΄ αναβάθμισε την μακροπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας σε εγχώριο και ξένο νόμισμα η Standard & Poor΄s Ratings Services από ΄SD΄ (selective default) προηγουμένως. Το outlook είναι σταθερό, όπως ανακοίνωσε ο οίκος. Η Standard & Poor΄s αναβάθμισε επίσης την βραχυπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση σε ΄C΄ από ΄SD΄. Ο οίκος ανακοίνωσε ότι η αναβάθμιση ακολουθεί την ολοκλήρωση στις 25 Απριλίου της ανταλλαγής χρέους σε σχέση με τα κυβερνητικά ομόλογα ξένου δικαίου.
Σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης, αν και η ανταλλαγή χρέους έχει αμβλύνει τις βραχυπρόθεσμες πιέσεις χρηματοδότησης, το χρέος της Ελλάδας παραμένει υψηλό. "Για να τοποθετήσει τη χρηματοπιστωτική της θέση σε ένα βιώσιμο δρόμο, η κυβέρνηση εφαρμόζει μια στρατηγική σημαντικής μείωσης του ελλείμματος σε συνδυασμό με την συμφωνία στήριξης από το ΔΝΤ και την ΕΕ. Εκτός από τη μείωση του ελλείμματος, η Ελλάδα έχει προχωρήσει σε αναδιάρθρωση του χρέους του ιδιωτικού τομέα για να μειώσει το συνολικό φορτίο του χρέους ", αναφέρει η S&P.
Επισημαίνει ακόμη ότι η δημοσιονομική ενοποίηση που βρίσκεται σε εξέλιξη, εν πολλοίς βασίζεται στις αυξήσεις των φόρων και στη βελτίωση της συγκέντρωσης των φόρων, σε ένα διευρυμένο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και σε σημαντικές περικοπές στις κυβερνητικές δαπάνες. "Θεωρούμε ότι αυτή η προσαρμογή έχει ρίσκα υλοποίησης δεδομένης της πιθανής περαιτέρω επιδείνωσης του ΑΕΠ φέτος και το επόμενο έτος, το οποίο πιθανότατα θα καταλήξει σε κοινωνικές πιέσεις ", προειδοποιεί ο οίκος. Επιπλέον, τονίζει πως η προσαρμογή θα είναι ιδιαίτερα δύσκολη μετά από τις εκλογές της Κυριακής. Προσθέτει ότι τα επιπρόσθετα μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος, αν και δεν έχουν ακόμη διευκρινιστεί, αναμένεται να διευρύνουν ακόμη περισσότερο τη λαϊκή δυσαρέσκεια με τη στρατηγική δημοσιονομικής εξυγίανσης στην Ελλάδα.
Ο οίκος προσθέτει ότι η αξιολόγηση ΄CCC΄ αντανακλά την πρόσφατη μείωση του κυβερνητικού χρέους μετά την αναδιάρθρωση, την υποχώρηση στο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους ως αποτέλεσμα της ανταλλαγής αλλά και την αυξημένη μέση ωρίμανση του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης. Αντανακλά επίσης –όπως προσθέτει – τις σημαντικές πιέσεις στην πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας που περιλαμβάνουν: - Τις αβέβαιες προοπτικές της οικονομικής ανάπτυξης. Μετά τη συρρίκνωση κατά 6,9% του ΑΕΠ το 2011 σε πραγματικούς όρους, ο οίκος περιμένει να συνεχιστεί η ύφεση το 2012 με το ΑΕΠ να συρρικνώνεται περίπου 5% λόγω της μειωμένης ιδιωτικής ζήτησης και της αρνητικής πιστωτικής επέκτασης.
Ο οίκος αναφέρει ταυτόχρονα ότι η οικονομική ανάκαμψη θα λάβει χώρα σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο εφόσον εφαρμοστούν πλήρως οι σχεδιαζόμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ενώ η δημοσιονομική συρρίκνωση θα υποχωρεί και θα ανακάμπτει σταδιακά η όρεξη για επενδύσεις. - Την αποδυνάμωση στην πολιτική συναίνεση για τις φιλόδοξες και σε μεγάλο βαθμό αντιδημοφιλείς μεταρρυθμίσεις. Όπως σημειώνει ο οίκος η Ελλάδα αντιμετωπίζει σημαντικούς κινδύνους στην εφαρμογή για την επίτευξη των φιλόδοξων στόχων δημοσιονομικής προσαρμογής στο πλαίσιο του δεύτερου προγράμματος. - Το μεγάλο, παρά το γεγονός ότι συρρικνώνεται, εξωτερικό έλλειμμα. Παρά την μεγάλη και παρατεταμένη οικονομική ύφεση, σημειώνει ο οίκος, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Ελλάδας ως προς το ΑΕΠ έχει συρρικνωθεί ήπια στο 9,8% του ΑΕΠ το 2011 από 14,9% του ΑΕΠ το 2008, αντανακλώντας τις δομικές αδυναμίες στην ελληνική οικονομία. Για το 2012 ο οίκος προβλέπει το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών να διαμορφωθεί κάτω από το 6% του ΑΕΠ. -
Η S&P αναφέρει ακόμα ότι με ένα εκτιμώμενο 52% του ΑΕΠ έως τα τέλη του Φεβρουαρίου 2012, το ισοζύγιο του συστήματος Target2 της Τράπεζας της Ελλάδας με την ΕΚΤ παραμένει σε αυξημένα επίπεδα, κάτι που δείχνει τη συνεχιζόμενη εξάρτηση του ελληνικού χρηματοοικονομικού τομέα σε χρηματοδότηση από τον επίσημο τομέα -Το υψηλό κυβερνητικό χρέος, ακόμα και μετά την ολοκλήρωση της ανταλλαγής που είχε σαν αποτέλεσμα την αύξησης της μέσης ωρίμανσης και τη μείωση του κόστους για την εξυπηρέτηση του χρέους.
Ο οίκος εκτιμά το κυβερνητικό χρέος να διαμορφωθεί μεταξύ 160% και 170% του ΑΕΠ την περίοδο 2012-2015, ανάλογα με τον βαθμό επίτευξης των στόχων του προγράμματος. Ο οίκος προσθέτει τέλος ότι η αξιολόγηση της Ελλάδας υποστηρίζεται από: -Ενα σχετικά υψηλό επίπεδο στο κατά κεφαλήν εισόδημα: Στα $26.700 έως τα τέλη του 2011, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι σε υψηλά επίπεδα σε σύγκριση με άλλες χώρες παρά τα διαδοχικά έτη ύφεσης που έχουν οδηγήσει σε σημαντική υποχώρηση από επίπεδα που ξεπερνούσαν τα $30.000 το 2008. -
Την υποστηρικτική πολιτική του χρηματοοικονομικού τομέα όπως αντανακλάται στα μέτρα σταθερότητας. Παρά τις σημαντικές μακροοικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα ιδρύματα του χρηματοοικονομικού τομέα τα μέτρα αυτά έχουν περιορίσει τις πιέσεις στην εμπιστοσύνη προς τους εγχώριους θεματοφύλακες και αυτό περιλαμβάνει και την περίοδο της αναδιάρθρωσης του χρέους.
source: capital.gr