Με διαφορετικές "ταχύτητες" η ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας
Στην τελευταία συνεδρίαση του διοικητικού της συμβουλίου, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διατήρησε αμετάβλητο στο 1% το βασικό επιτόκιο της Ευρωζώνης. Απόφαση που δεν αποτέλεσε έκπληξη, τουλάχιστον στο βαθμό που η συντριπτική πλειονότητα των αναλυτών διεθνώς το ανέμενε.
Ούτε όμως η αναβάθμιση των προβλέψεων της ΕΚΤ για το ρυθμό ανάπτυξης στην Ευρωζώνη αποτέλεσε έκπληξη, καθώς πολλοί διεθνείς οίκοι σε εκθέσεις που δημοσίευαν αρκετές εβδομάδες νωρίτερα σημείωναν ότι «αργά ή γρήγορα» η κεντρική τράπεζα θα έπρεπε να προχωρήσει στην αναβάθμιση των προβλέψεων του Ιουνίου που εκ των πραγμάτων είχαν πλέον καταστεί απαισιόδοξες.
Σε πρόσφατη έκθεσή της η Bank of America/ Merrill Lynch εκτιμά ότι όχι μόνο η ΕΚΤ, αλλά και οι άλλες δύο κεντρικές τράπεζες του λεγόμενου “G-3”, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) και η Κεντρική Τράπεζα της Ιαπωνίας (BoJ), είναι μάλλον απίθανο να προχωρήσουν σε αύξηση επιτοκίων.
Υπενθυμίζεται ότι η τελευταία φορά που η Fed και η BoJ μετέβαλαν τα επιτόκιά τους ήταν στις 16 και στις 19 Δεκεμβρίου του 2008 αντίστοιχα. Για τη Fed, η επόμενη συνεδρίαση της FOMC είναι προγραμματισμένη για τις 23 Σεπτεμβρίου 2009, ενώ για τη BoJ λίγες ημέρες νωρίτερα, στις 17 Σεπτεμβρίου 2009.
Επιπλέον, κατ’ αναλογία της στάσης που τήρησε ο διοικητής της ΕΚΤ, Jean-Claude Trichet στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε την απόφαση για τα επιτόκια, η BofA/ ML θεωρεί ότι και οι Fed και BoJ θα υιοθετήσουν μία πιο αισιόδοξη στάση αναφορικά με την κατάσταση της οικονομίας, την οποία θα «περάσουν» προσεκτικά προς τις αγορές ώστε να συντηρήσουν τις προσδοκίες για χαμηλά επιτόκια.
Παράλληλα, όπως αναφέρεται στην ίδια έκθεση, δύο είναι τα σημεία που θα εστιαστεί στο εξής το ενδιαφέρον: αφενός στο να σκιαγραφήσουν σταδιακά οι κεντρικές τράπεζες τις στρατηγικές εξόδου από τα μέτρα κατά της κρίσης που βρίσκονται σε ισχύ, κυρίως για το πώς θα αποσύρουν την τεράστια ρευστότητα που έχουν διοχετεύσει στο σύστημα, αφετέρου -και αυτό ξεφεύγει από το πεδίο της νομισματικής πολιτικής- στους κρατικούς προϋπολογισμούς που θα αρχίσουν να καταρτίζονται στις περισσότερες χώρες-μέλη της Ευρωζώνης για το οικονομικό έτος 2009-2010.
Όπως εκτιμά στην έκθεσή της η BofA/ ML, τα μέτρα στήριξης της οικονομίας θα συνεχίσουν να βρίσκονται σε ισχύ, στο πλαίσιο της συμφωνίας των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης τον Ιούλιο περί διατήρησης των μέτρων έως ότου προκύψουν ξεκάθαρες ενδείξεις ανάκαμψης.
Έτσι οι νέοι προϋπολογισμοί αναμένεται ότι θα ενσωματώνουν περιορισμένα -ή και καθόλου- νέα μέτρα στήριξης πέραν και πάνω των επιπέδων των αντίστοιχων του 2009. Με άλλα λόγια, οι δημοσιονομικές πολιτικές αναμένεται ότι θα παραμείνουν χαλαρές, σε σύγκριση με τα προ της κρίσης δεδομένα, κάτι που εκτιμάται ότι θα προσφέρει στήριξη στη συνεχιζόμενη βελτίωση των οικονομικών συνθηκών.
Σε ό,τι αφορά την ΕΚΤ πάντως, αναφέρει η ίδια έκθεση, έχει στη διάθεσή της ένα πανίσχυρο «εργαλείο» προκειμένου να συντηρήσει τις χαμηλές προσδοκίες και αυτό δεν είναι άλλο από την προγραμματισμένη για τις 30 Σεπτεμβρίου προσφορά απεριόριστης -όπως αναμένεται- ρευστότητας στην αγορά με επιτόκιο όχι υψηλότερο του 1%, το οποίο θα αποτελέσει ένα ηχηρό μήνυμα προς τις αγορές ότι η κεντρική τράπεζα δεν σχεδιάζει κάποια αξιόλογη μεταβολή της πολιτικής της για τους επόμενους 12 μήνες.
Ο οικονομολόγος της Bank of America/ Merrill Lynch, Holger Schmieding, εκτιμά ότι η ΕΚΤ θα εκπλαγεί ευχάριστα από τα μακροοικονομικά στοιχεία των επόμενων τριών τριμήνων, ώστε τελικά να προχωρήσει σε αύξηση επιτοκίων στα μέσα του 2010. Πάντως η όποια αλλαγή στάσης δεν αναμένεται πριν από το Μάρτιο του 2010.
Στο μεταξύ, όπως δείχνουν οι εξελίξεις σε άλλες περιοχές του κόσμου, η οικονομική κρίση γίνεται σταδιακά πιο ήπια και η ταχύτητα ανάκαμψης διαφέρει σημαντικά ανά την υφήλιο, όπως αντανακλάται στις μεταβολές των κατά τόπους νομισματικών πολιτικών.
Στα τέλη Αυγούστου η Κεντρική Τράπεζα του Ισραήλ προχώρησε σε αύξηση του βασικού της επιτοκίου κατά 25 μονάδες βάσης, απόφαση που αποτέλεσε έκπληξη όχι μόνο διότι ελήφθη νωρίτερα απ’ όσο ανέμεναν οι οικονομολόγοι, αλλά και γιατί ο διοικητής της, Stanley Fisher, εμφανιζόταν ιδιαίτερα επιφυλακτικός λίγες ημέρες νωρίτερα για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας.
Η κίνηση αυτή καταδεικνύει ότι σταδιακά οι πολιτικές θα αρχίσουν να γίνονται πιο περιοριστικές όπου προκύπτουν ενδείξεις απρόσμενης βελτίωση των οικονομικών συνθηκών, ενώ οι κεντρικές τράπεζες που θέτουν ως κύριο στόχο τους τη συγκράτηση του πληθωρισμού θα αρχίσουν να ανησυχούν μήπως τελικά έχουν αρχίσει να υπερβάλλουν έναντι των στόχων που έχουν θέσει. Και στην τελευταία κατηγορία ανήκουν οι Αυστραλία, η Ν. Κορέα και η Ινδία, όπου η BofA/ ML αναμένει μετάβαση σε πιο περιοριστικές πολιτικές με αύξηση επιτοκίων πριν τα τέλη του τρέχοντος έτους.
Χαρακτηριστικότερη όλων δε, είναι η περίπτωση της Κίνας που εκτιμάται ότι θα βρεθεί στην «πρώτη γραμμή» της μετάβασης σε πιο περιοριστικές πολιτικές. Μεταξύ άλλων, οι κινεζικές αρχές προσπαθούν να περιορίσουν το ρυθμό της πιστωτικής επέκτασης στη χώρα, εξετάζοντας παράλληλα το ενδεχόμενο να αυξήσουν τα επίπεδα ρευστών διαθεσίμων που είναι υποχρεωμένες να διατηρούν οι τράπεζες, αν και η ανησυχία εκεί διατηρείται τόσο για την παραμονή των τιμών καταναλωτή σε αποπληθωριστικά επίπεδα, όσο και για την πτώση των εξαγωγών και την αύξηση της ανεργίας.
capital.gr
No comments:
Post a Comment